Βιοποικιλότητα

Η Βιοποικιλότητα της Ελλάδας στη Μεσόγειο και την Ευρώπη

Ο όρος βιοποικιλότητα χρησιμοποιείται για να εκφράσει το σύνολο της ποικιλότητας των ζωντανών οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων των χερσαίων, θαλάσσιων, υδάτινων οικοσυστημάτων, και των οικολογικών συστημάτων διαφόρων κλιμάκων στα οποία απαντώνται (π.χ. ένα δάσος, ένα λιβάδι, μια λίμνη, ένα νησί, μια οροσειρά, μια γεωγραφική περιοχή, όπως είναι η Ήπειρος, μια χώρα όπως είναι η Ελλάδα, μια βιογεωγραφική περιοχή όπως είναι η Μεσογειακή, μια ήπειρος όπως είναι η Ευρώπη, ολόκληρη η γη).
Στο ερώτημα πόσα είδη υπάρχουν σε παγκόσμιο επίπεδο τι θα μπορούσαμε να απαντήσουμε;
Δεν γνωρίζουμε ακριβώς πόσα είδη οργανισμών υπάρχουν, αλλά οι επιστήμονες εκτιμούν πως ο αριθμός των διαφορετικών ειδών ανέρχεται περίπου στα 13 με 14 εκατομμύρια. Περίπου 1.75 εκατομμύρια είδη οργανισμών έχουν περιγραφεί και ονομαστεί επιστημονικά. Αυτά περιλαμβάνουν περίπου 250.000 είδη φυτών, 42.000 είδη σπονδυλόζωων και περίπου 750.000 εντόμων (ασπόνδυλα).
Πρακτικά, μπορούν να διακριθούν τέσσερα διαφορετικά επίπεδα βιοποικιλότητας (γενετική ποικιλότητα, ποικιλότητα ειδών φυτών και ζώων, ποικιλότητα οικοσυστημάτων, ποικιλότητα τοπίων), τα οποία όμως αποτελούν αναπόσπαστα μέρη  ενός ενιαίου συνόλου και ως εκ τούτου και η προστασία της βιοποικιλότητας θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ενιαία.
Η προστασία κάθε επιπέδου εξαρτάται από την προστασία του προηγούμενου ή του επόμενου επιπέδου. Η προστασία και η διατήρηση των τοπίων εξαρτάται από την προστασία και διατήρηση της βιοποικιλότητας των οικοσυστημάτων που τα συνθέτουν, η σταθερότητα των οικοσυστημάτων εξαρτάται από την προστασία και διατήρηση των ειδών που συμμετέχουν στη δομή τους, δηλ. από την προστασία και διατήρηση της βιοποικιλότητας των ειδών και η προστασία και επιβίωση των ειδών εξαρτάται από τη διατήρηση και προστασία της γενετικής ποικιλότητάς τους, δηλ. από τη διατήρηση των κληρονομήσιμων χαρακτηριστικών σε όλο το εύρος τους.
Είναι σε όλους γνωστό και ποικιλοτρόπως διακηρυγμένο από επιστήμονες και μη, ότι η Ελλάδα διαθέτει μεγάλη ποικιλότητα σε όλα τα επίπεδά της. Η Ελλάδα, για λόγους που δεν θα αναπτύξουμε εδώ, παρουσιάζει πολύ μεγάλη βιοποικιλότητα ειδών φυτών και ζώων. Αναλογικά με την έκτασή της εμφανίζει μια από τις μεγαλύτερες βιοποικιλότητες ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Εξαιτίας της γεωγραφικής θέσης και της συνύπαρξης χλωριδικών περιοχών όπως είναι η Μεσογειακή, η Ευρωπαϊκή (Ευρασιατική) και η Ιρανοκασπική (ποντιακή), η χλωρίδα της Ελλάδας είναι, αναλογικά με την έκτασή της, από τις πλουσιότερες της Ευρώπης με περισσότερα από 6.000 είδη και υποείδη (περίπου 6.300 taxa) φανερόγαμων φυτών. Η ορεογραφική διαμόρφωση και η τοπογραφική ετερογένεια, σε συνδυασμό με την περιπετειώδη γεωλογική της ιστορία και την παράλληλη δημιουργία πλήθους βιοτόπων, έχουν συντελέσει στο μεγάλο χλωριδικό πλούτο και στο υψηλό ποσοστό ενδημισμού της Ελλάδας.
Επίσης, εξαιτίας του ορεινού χαρακτήρα της χώρας μας και του μεγάλου πλήθους των νησιών, δημιουργούνται συνθήκες απομόνωσης και ενδημισμού, με αποτέλεσμα ένα σημαντικό ποσοστό των ειδών και υποειδών των φυτών (15%), να είναι ενδημικά. Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι από αυτά τα 6.300 φυτικά taxa, τα 263 θεωρούνται ως σπάνια και απειλούμενα, σύμφωνα με το δημοσιευμένο Κόκκινο Βιβλίο των σπάνιων και απειλούμενων ειδών φυτών.
Η Ελλάδα λοιπόν πέραν του ότι αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά κέντρα βιοποικιλότητας (biodiversity hotspot) στην Ευρώπη, ταυτόχρονα αποτελεί το σημαντικότερο κέντρο ενδημισμού (hotspot for endemism) στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο.
Ο συνολικός πλούτος της ελληνικής πανίδας απαρτίζεται από 30.000 έως 50.000 είδη. Η ύπαρξη πλούσιας πανίδας στην Ελλάδα οφείλεται στη γεωγραφική θέση της χώρας, στο μεγάλο αριθμό νησιών, στην αυξομείωση της στάθμης της θάλασσας, στην ύπαρξη πολλών σπηλαίων καθώς και στο γεγονός ότι οι παγετώνες δεν έφθασαν μέχρι τη χώρα μας, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν πολλά καταφύγια ειδών στα ορεινά. Η Ελλάδα φιλοξενεί πολλά ενδημικά, σπάνια και απειλούμενα είδη ζώων (όπως η καφέ αρκούδα Ursus arctus, η θαλάσσια χελώνα Caretta caretta, η μεσογειακή φώκια Monachus monachus, η οχιά της Μήλου Macrovipera schweizeri, κ.ά.). Εκτιμάται ότι υπάρχουν τουλάχιστον 25.000 είδη ασπόνδυλων, από τα οποία τουλάχιστον τα 2.000 είναι ενδημικά ενώ ορισμένα είναι πολύ στενά ενδημικά, δηλαδή έχουν αναφερθεί από μια μόνο τοποθεσία. Εκτός από τα ενδημικά, ένας αξιόλογος αριθμός ειδών έχει πολύ μικρούς πληθυσμούς ή απειλείται με εξαφάνιση.
Η βιοποικιλότητα αυτή, παρόλο που έχει μελετηθεί περισσότερο από κάθε άλλη βαθμίδα, αφήνει ακόμη πολλά περιθώρια έρευνας, κυρίως σε ότι αφορά στη γεωγραφική κατανομή των ειδών.
Η σημασία της διατήρησης της βιοποικιλότητας των ειδών αναφέρθηκε ήδη και είναι πρόδηλο ότι δεν μπορεί να ασκηθεί αειφορική διαχείριση χωρίς την προστασία και διατήρηση της βιοποικιλότητας των ειδών.

 

 Η βιοποικιλότητα στη Βόρεια Πίνδο

Η επιστημονική εκτίμηση για το χλωριδικό πλούτο του Εθνικού Πάρκου της Βόρειας Πίνδου αναφέρεται σε περίπου 1500 διαφορετικά φυτικά taxa (είδη και υποείδη φυτών), καθώς δεν υπάρχει μια ολοκληρωμένη εικόνα και επιστημονικά τεκμηριωμένη χλωρίδα (κατάλογος φυτικών taxa με θέσεις-οικοτόπους συλλογής τους). Επίσης σε επίπεδο χλωρίδας της γεωγραφικής περιοχής της Ηπείρου εκτιμούμε ότι κυμαίνεται μεταξύ 2.000 και 2.200 φυτικών taxa.
Ενδεικτικά θα αναφέρω με βάση πρόσφατες δημοσιεύσεις μελών της ομάδας έργου (Bergmeier & Dimopoulos 2007, Dimopoulos et al. 2005, Bergmeier 2005, Tsaliki et al. 2005) το παράδειγμα ενός τύπου δασών που ακολουθώντας τη διαβάθμιση Βοράς - Νότος είναι άφθονος μεταβαίνοντας από την Κεντρική προς τη Βόρεια Ελλάδα. Πρόκειται για τα δάση φυλλοβόλων δρυών, που αφθονούν στην Ήπειρο και έχουν τα εξής χαρακτηριστικά που αναδεικνύουν την υψηλή βιοποικιλότητα τους στη Β Πίνδο:
α) Ο συνολικός χλωριδικός πλούτος που περικλείεται στα φυλλοβόλα δρυοδάση της Ελλάδας ανέρχεται σε 600 φυτικά taxa (10% της συνολικής χλωρίδας της Ελλάδας),
β)  Σε ένα μικρό τμήμα των φυλλοβόλων δασών της Ηπείρου που εντάσσεται στα δάση της Β Πίνδου, βρέθηκε ότι συμμετέχουν 200 φυτικά είδη και υποείδη (taxa), που είναι λίγο μικρότερος αριθμός σε σύγκριση με τα 220 φυτικά taxa που απαντώνται στα αντίστοιχα δάση της ΒΑ Ελλάδας που πρέπει να σημειώσουμε ότι αποτελεί την περιοχή πυρήνα ανάπτυξης των φυλλοβόλων δρυοδασών στη χώρας μας,
γ) Στα δάση φυλλοβόλων δρυών της Β Πίνδου έχουμε τη μεγαλύτερη ποικιλότητα σε αριθμό δενδρωδών ειδών σε σύγκριση με τα υπόλοιπα αντίστοιχα δρυοδάση της Ελλάδας: 20 διαφορετικά είδη δένδρων, με τον δεύτερο υψηλότερο αριθμό να παρατηρείται στον Κάτω Όλυμπο (19 είδη δένδρων),
δ) Στη Β Πίνδο παρατηρείται επίσης η υψηλότερη οικολογική ποικιλότητα με την έννοια της διαφοροποίησης επιμέρους οικοτόπων/φυτοκοινωνιών στο εσωτερικό των δασών φυλλοβόλων δρυών που ανέρχεται σε 6 διαφορετικούς φυτοκοινωνιολογικούς τύπους βλάστησης (φυτοικοινωνίες),
ε) Η δομική ποικιλότητα των εν λόγω δασών είναι επίσης υψηλή και εξαρτάται εν μέρει από τις αβιοτικές συνθήκες του περιβάλλοντος, όπως είναι οι τοπογραφικές συνθήκες, αλλά κυρίως προσδιορίζεται από την ιστορία των χρήσεων του δάσους και από το βαθμό (ένταση) και τον τρόπο της ανθρώπινης επίδρασης.
Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν από το μικρή αυτή αναφορά στην ποικιλότητα σε επίπεδο ειδών και οικοτόπων/φυτοκοινωνιών (δύο από τα επίπεδα της βιοποικιλότητας), σε ένα τύπο δασών της Β Πίνδου (που αποτελεί έναν από τους δεκάδες διαφορετικούς τύπους δασών που συναντάμε στην Ήπειρο και στη Β Πίνδο), ότι η Ήπειρος, διαθέτει πολύ υψηλά επίπεδα ποικιλότητας σε είδη φυτών και ζώων, σε φυσικά οικοσυστήματα και τοπία αλλά και σε παραδοσιακά πολιτιστικά τοπία.
Ως εκ τούτου, αναδεικνύεται από τη μια η ανάγκη για ολοκληρωμένη γνώση όλης αυτής της βιοποικιλότητας στο πλαίσιο μακροχρόνιας έρευνας, και από την άλλη η ανάγκη σχεδιασμού και εφαρμογής αειφορικών διαχειριστικών πρακτικών, με σεβασμό στον άνθρωπο, σε ισορροπία με τη φύση και την ήπια οικονομική ανάπτυξη.

Η δομή και οι πληροφορίες του υλικού για τη βιοποικιλότητα Ηπείρου

Στο πλαίσιο του έργου που χρηματοδοτείται από την Περιφέρεια Ηπείρου και έχει τίτλο: «Συλλογή - Ψηφιοποίηση και Επιστημονική Τεκμηρίωση της Βιοποικιλότητας της Ηπείρου», στόχος μας ήταν να σχεδιάσουμε και να εφαρμόσουμε ένα συνδυασμένο σύστημα ψηφιοποίησης αποξηραμένων φυτών της χλωρίδας της Ηπείρου και ψηφιακών εικόνων από ζωντανά φυτικά είδη στους φυσικούς τους οικοτόπους και τοπία της Ηπείρου. Η δομή του υλικού που δημοσιοποιείται στο πλαίσιο του έργου έχει ως εξής:
α) φυτικά είδη με φωτογραφίες από τη φύση (ζωντανά φυτά στο φυσικό τους οικότοπο). Εδώ περιλαμβάνεται μια σημαντική πρώτη συμβολή στην καταγραφή και φωτογράφηση των λειχήνων που συναντάμε στην Ήπειρο (με φωτογραφικό υλικό από το Εθνικό Πάρκο της Βόρειας Πίνδου στο τμήμα της Βάλια Κάλντα, και από την οροσειρά των Τζουμέρκων) και μια συλλογή από φανερόγαμα (ανώτερα φυτά) από τη Βάλια Κάλντα και τα Τζουμέρκα.
β) φυτικά είδη με τη μορφή αποξηραμένων φυτικών δειγμάτων (herbarium specimens), που έχει ως πλεονέκτημα τη διατήρηση για πάντα των δειγμάτων των φυτών και της εικόνας τους σε ψηφιακή μορφή. Οι πληροφορίες για τα αποξηραμένα δείγματα (herbarium specimens) είναι διαθέσιμες σε δύο μορφές (formats), τόσο ως βάση δεδομένων, όσο και μέσω ψηφιακών εικόνων (ετικέτες αποξηραμένων φυτών). Στην εικόνα κάθε αποξηραμένου δείγματος που έχει ληφθεί από φύλλα ερμπαρίου (herbarium sheet), στο κάτω δεξιά άκρο υπάρχει μία ετικέτα στην οποία αναγράφονται το επιστημονικό όνομα του φυτού, ο αριθμός του δείγματος, το όνομα του συλλέκτη, η ημερομηνία συλλογής καθώς και ορισμένα στοιχεία που αφορούν την τοποθεσία συλλογής (ονομασία, απόσταση από το πλησιέστερο αστικό κέντρο ή χωριό, συντεταγμένες, υψόμετρο, τύπος πετρώματος, βιότοπος).
γ) Ζωικά είδη με φωτογραφίες από τη φύση. Εδώ περιλαμβάνονται πληροφορίες για διάφορες κατηγορίες σπονδυλόζωων (αμφίβια, ερπετά, θηλαστικά, πουλιά), αλλά και ασπονδύλων (κολεόπτερα, λεπιδόπτερα).
δ) Οικότοποι και τοπία της Ηπειρωτικής Φύσης.

Για όλες τις παραπάνω κατηγορίες βιοποικιλότητας της Ηπείρου υπάρχουν οι εξής πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται:
Ι) εφόσον πρόκειται για φυτικά taxa με εικόνες από τη φύση: Οικογένεια, Γένος, Είδος, Περιφέρεια/Περιοχή, Θέση, Υψόμετρο, Οικότοπος.
ΙΙ) εφόσον πρόκειται για είδη λειχήνων με ζωντανές εικόνες στη φύση: Οικογένεια, Γένος, Είδος, Τοποθεσία, Μορφολογικός τύπος, Σχόλια.
ΙΙΙ) εφόσον πρόκειται για εικόνες αποξηραμένων φυτικών δειγμάτων: Οικογένεια, Γένος, Είδος, Περιφέρεια/Περιοχή, Κωδικός δείγματος, Θέση, Υψόμετρο, Οικότοπος. Επιπλέον σε κάθε φύλλο ερμπαρίου όπου υπάρχει το αποξηραμένο δείγμα και η ετικέτα για το δείγμα ακολουθείται το πρωτόκολλο και οι προδιαγραφές των αποξηραμένων βοτανικών συλλογών βοτανικών Μουσείων: Γένος, Είδος, Χλωρίδα περιοχής στην οποία αναφέρεται το δείγμα (Χλωρίδα της Ελλάδας, Βόρεια Πίνδος), Νομός/Επαρχία, ακριβή περιγραφικά στοιχεία προσδιορισμού θέσης/τοποθεσίας συλλογής φυτικού δείγματος (περιλαμβανόμενων γεωγραφικών συντεταγμένων και υψομέτρου), βιότοπος συλλογής, ημερομηνία, συλλέκτης (-ες).
ΙV) εφόσον πρόκειται για ζωικά taxa από εικόνες στη φύση: Οικογένεια, Γένος, Είδος, Περιφέρεια/Περιοχή, Θέση, Υψόμετρο. Επίσης φαίνεται κάθε ζωικό taxon αν είναι σπονδυλόζωο ή ασπόνδυλο και εν συνεχεία διακρίνονται οι περαιτέρω κατηγορίες των σπονδυλόζωων (αμφίβιο, ερπετό, θηλαστικό, πουλί).
V) εφόσον πρόκειται για τοπία/οικοτόπους αναφέρεται η Περιφέρεια/Περιοχή, Θέση, ημερομηνία, περιγραφικός τίτλος για την εικόνα.

Το παρόν έργο που αποτελεί μια πρώτη συμβολή στην ανάδειξης της βιοποικιλότητας της Ηπείρου, που με την υποστήριξη της Περιφέρειας Ηπείρου έγινε πράξη, θα πρέπει να έχει συνέχεια ώστε να καλύψουμε όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος της Βιοποικιλότητας της Ηπείρου στηρίζοντας επιστημονικά με αυτό τον τρόπο, τους διαχειριστές του περιβάλλοντος στην αξιοσημείωτη και αγαπημένη φύση της Ηπείρου και της Ελλάδας.

Παναγιώτης Διον. Δημόπουλος
Αναπλ. Καθηγητής Βοτανικής & Οικολογίας Φυτών
Επιστημονικός Υπεύθυνος έργου  


Copyright Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων